πλασμένην, τήν
Ερμηνεία:
[πλασμένος, -η, -ο, (αυτός που έχει πλαστεί)
Ετυμολογία:
[< πεπλασμένος (μετοχή παρακ. του πλάττω ή πλασσω) < πλασμένος]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
… Καὶ τὸ Βασιλόπουλο ηὗρε τὴν νύμφην τῶν ὀνείρων του, πλασμένην ἀπὸ χιόνι ..ι..[Άσπρη σαν το χιόνι]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|